Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

Παιδική Παραβατικότητα
Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Του: Γεωργίου Ε. Κρασανάκη
Καθηγητή Πανεπιστημίου Κρήτης

Ο όρος «παραβατικότητα» ανήκει στην επιστήμη της εγκληματολογίας και σημαίνει παράνομη συμπεριφορά. Σημαίνει παράβαση νομικών και κοινωνικών κανόνων. Ο νεαρός παραβάτης, όπως και κάθε άλλος παραβάτης, ενεργεί αντίθετα προς ορισμένες αρχές, τις οποίες παραβιάζει και καταπατεί. Αθετεί την κοινώς παραδεδεγμένη συμπεριφορά και προβαίνει σε πράξεις βίας σε βάρος άλλων μελών του κοινωνικού συνόλου. Η συμπεριφορά του είναι αποκλίνουσα από τον τρόπο συμπεριφοράς των περισσοτέρων, οι οποίοι κατά κανόνα ενεργούν ορθά.

Βέβαια το ορθό ή το σωστό είναι πάντα σχετικό και εξαρτάται από τις αρχές της κοινωνίας στην οποία ζει το άτομο. Στη δική μας ελληνική και ορθόδοξη κοινωνία, το ορθό προσδιορίζεται από την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας. Άλλωστε, οι νομικοί και κοινωνικοί κανόνες στοιχούν πάντα στις δύο αυτές βάσεις.

Βασικό κριτήριο των κανόνων αυτών είναι ο σεβασμός του άλλου, των δικαιωμάτων του ετέρου προσώπου, της αξίας του συνανθρώπου μας. Όποιος παραβαίνει την αρχή αυτή εγκληματεί κατά τους νομικούς. Ο ενήλικος παραβάτης, από νομικής πλευράς, θεωρείται ένοχος, ίσως μάλιστα και εγκληματίας. Ο ανήλικος παραβάτης από ψυχοπαιδαγωγικής άποψης θεωρείται άτομο με αποκλίνουσα συμπεριφορά. Είναι ένας αναπτυσσόμενος άνθρωπος που εκφεύγει της ορθής πορείας ανάπτυξης.

Τα κριτήρια αξιολόγησης της παραβατικής συμπεριφοράς του νέου, του εξελισσόμενου ανθρώπου, είναι κυρίως φύσεως ηθικής. Μπορεί, όμως, να είναι και φύσεως γνωστικής, αν η νοητική του κατάσταση δεν είναι φυσιολογική, αν η νοημοσύνη του δεν τον βοηθά να κοινωνικοποιηθεί ορθά, να συνυπάρξει με τους άλλους και να συνεργασθεί με αυτούς.

Με βάση τις γενικές αυτές αρχές μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι έχουμε και ανήλικους παραβάτες. Είχαμε και έχουμε. Τα γεγονότα δείχνουν ότι το φαινόμενο αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς.

Όταν εμφανίζεται μια παραβατικότητα ανηλίκων, στρέφουμε την προσοχή μας στη λάβα του ηφαιστείου που έχει ανάψει. Δεν αναζητούμε όμως τις δυνάμεις που κρύβονται πίσω απ’ αυτή. Τι κρύβεται μέσα στο ηφαίστειο; Ποιος είναι ο παραβάτης; Ποιος κατηύθηνε την παραβατική συμπεριφορά; Πώς έφθασε το άτομο στο σημείο αυτό;

Η παραβατικότητα είναι μια μορφή βίας ενός ατόμου εναντίον άλλου. Μια άρνηση του άλλου, μια εχθρότητα εναντίον του άλλου, του φίλου, του συμμαθητή, του συμπαίκτη, αλλά, γιατί όχι, και του αδελφού.

Πίσω από αυτή τη βία θα μπορούσε κανείς να διακρίνει, να βρει, και θα βρει αν ψάξει πολύ, αν αναλύσει τη συμπεριφορά του μικρού παραβάτη, τα αίτιά της, τα κίνητρά της. Αυτά μπορεί να είναι λογικά και μη λογικά, συνειδητά και μη συνειδητά, οργανωμένα και περιστασιακά. Στην περίπτωση των παιδιών υπερισχύουν τα δεύτερα. Σ’ αυτά συναριθμούμε την ανασφάλεια, το άγχος, τους φόβους και τις φοβίες, τη ζήλια, τη μίμηση επικίνδυνων προτύπων, την έλλειψη αποδοχής από την ομάδα, την αμφισβήτηση πάσης φύσεως αξιών, κυρίως από παραβάτες εφήβους, την έλλειψη οικογενειακής και άλλης υποστήριξης.

Ποιοι ευθύνονται για όλα αυτά;

Μπορεί να ευθύνεται το Εγώ ή μπορεί να ευθύνεται ο Άλλος. Μια φυσικά ροπή προς τα κάτω είναι πάντα ένας δυσμενής παράγοντας. Αλλά και ένα κακό περιβάλλον είναι ένας χείριστος παράγοντας. Αντίθετα, ένα καλό περιβάλλον, μάλιστα δε το οικογενειακό, όχι μόνο μπορεί να ανατρέψει παραβάσεις, αλλά και να μεταβάλει τον εκ φύσεως κακό σε καλό.

Αν επισκεφθούμε μια Στέγη ανηλίκων ή μια Επανορθωτική φυλακή και μελετήσουμε το ιστορικό των παιδιών που φιλοξενούνται σ’ αυτά τα ιδρύματα, θα διαπιστώσουμε ότι τον πρώτο ρόλο έπαιξε στην περίπτωσή τους η έλλειψη μιας σωστής οικογενειακής αγωγής. Οι διαφωνίες των γονέων, η φυσική ή ψυχολογική απουσία του ενός ή και των δύο γονέων, το διαζύγιο και άλλα σχετικά ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό.

Κάθε μικρός παραβάτης έχει και την ιστορία του, που είναι πάντα πικρή, που είναι δρόμος ματωμένος. Γι’ αυτό, το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στο Άλλος και όχι τόσο στο Εγώ.

Μια αδύνατη, χαλαρή ή κακή οικογενειακή αγωγή ανοίγει το δρόμο για πολλά δεινά.

Η εμπειρία μας στην υπηρεσία των Επιστημών της Αγωγής στη χώρα μας επιβεβαιώνει την άποψη ότι πολλοί γονείς δεν παίζουν σωστά το ρόλο τους. Και γνωρίζουμε ότι ο μητρικός και πατρικός ρόλος πρέπει να παίζονται σωστά και μάλιστα εξ απαλών ονύχων. Όσοι δούλεψαν σωστά από την αρχή της ζωής του παιδιού δεν θα έχουν πρόβλημα όταν έλθουν οι δύσκολες ώρες και μάλιστα οι κρίσεις της εφηβείας. Κι’ αυτό γιατί η παραβατικότητα εμφανίζεται συνήθως σε προεφήβους και σε εφήβους, στα λεγόμενα μεγάλα παιδιά, των οποίων η αναπτυξιακή συμπεριφορά μας προβληματίζει.

Παιδιά που προέρχονται από «ασθενείς», οικογένειες θα γίνουν εύκολα λεία δυσμενών κοινωνικών παραγόντων. Δυστυχώς και τα ΜΜΕ δεν προστατεύουν τα παιδιά. Η τηλεόραση έγινε εχθρός πολλών, ενώ θα έπρεπε να είναι μόνο όργανο μορφώσεως και ενημερώσεως όλων. Σ’ αυτό το μέσο πολιτισμού, στη μικρή οθόνη, αποδίδουμε μεγάλη ευθύνη για την παραβατική συμπεριφορά. Πολλά προγράμματα είναι ανεξέλεγκτα και επομένως επιβλαβή. Τώρα τα σκήπτρα πήρε η τηλεόραση, δεν τα έχουν η οικογένεια και το σχολείο. Ποιοι μπορούν να ανακόψουν το κακό; Ποιες δυνάμεις μπορούμε να αντιτάξουμε στην παιδική παραβατικότητα; Τι μπορεί να γίνει; Ερωτήσεις καίριες, στις οποίες δύσκολα μπορεί να απαντήσει κανείς.

Ζούμε σε μια χώρα με παράδοση ελληνοχριστιανική, άρα έχουμε δυνάμεις αντιστάσεως και μέσα θεραπείας.

Θα αναφέρουμε μερικούς μορφωτικούς παράγοντες, χωρίς τη συμβολή των οποίων δεν νομίζουμε ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί, να προληφθεί και να θεραπευθεί η παιδική παραβατικότητα.

1) Η οικογένεια: Καμιά οργανωμένη κοινωνική ομάδα δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη. Οι γονείς πρέπει να υπάρξουν και ως παιδαγωγοί. Πρέπει να διαπαιδαγωγούν σωστά και όχι μόνο να τρέφουν σωστά. Ο ρόλος των γονέων είναι αναντικατάστατος. Προτείνουμε ιδιαίτερα στους πατέρες να υπάρξουν και ως παιδαγωγοί, όχι μόνο ως οικονομικοί χορηγοί.

2) Το σχολείο: Μια δύναμη αγωγής που έχει αποδυναμωθεί, γιατί τείνει να καλλιεργεί περισσότερο τον γνωστικό τομέα παρά τον ηθικό. Και η παραβατικότητα των παιδιών είναι κυρίως φύσεως ηθικής. Αν συγκρίνουμε τα κείμενα που μελετούν τα μικρά και τα μεγάλα παιδιά μας θα λυπηθούμε, γιατί θα διαπιστώσουμε ότι διαφέρουν πολύ από τα κείμενα που μελετούσαμε εμείς, που ήταν κείμενα πρωτίστως φρονηματιστικά. Τι να τις κάνεις τις πολλές γνώσεις, όταν οι χρήστες τους είναι επικίνδυνοι παραβάτες των ηθικών κανόνων ζωής;

3) Η κοινωνία: Ο ευρύτερος κοινωνικός χώρος με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του πρέπει να προλαμβάνει και να θεραπεύει παραβάσεις. Όλοι οι οργανωμένοι κοινωνικοί φορείς πρέπει να ασκούν έργο ηθικής αγωγής των νέων. Λυπάμαι, αλλά τα πράγματα δεν πείθουν περί του αντιθέτου. Η κοινωνία συνήθως εκτρέπει αντί να προστατεύει.

4) Η Εκκλησία: Η ελληνορθόδοξη Εκκλησία είχε και έχει δύναμη. Παρά τις προσβολές που δέχεται δεν έπαυσε να είναι ισχυρός παράγοντας αγωγής. Έχει δυνάμεις που πρέπει να αξιοποιήσει. Πρέπει να συνεχίσει το σωτήριο διδακτικό και παιδαγωγικό της έργο.

Όσα προηγήθηκαν είναι γενικά. Κάθε όμως ειδική περίπτωση παραβατικότητας ανηλίκου πρέπει να αντιμετωπίζεται χωριστά.

Θα κλείσω με μερικές συμβουλές προς τους γονείς των παιδιών.

Πρέπει να προλαμβάνουμε το κακό. Η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία. Πρέπει να προστατεύουμε τα παιδιά μας από επιβλαβείς παράγοντες. Πρέπει να αναζητούμε μέσα ορθής συμπεριφοράς και ορθής κοινωνικοποίησης των παιδιών μας. Τέτοια μέσα είναι η συμμετοχή σε χριστιανικές ομάδες νέων, ο αθλητισμός κλπ. Ο ελεύθερος χρόνος των παιδιών πρέπει να γεμίζει με υγιείς δραστηριότητες. Όταν διαπιστώσουμε παραβάσεις, πρέπει να αναζητούμε διαύλους επικοινωνίας με τους παραβάτες. Η οικείωση και η συζήτηση θα βοηθήσουν. Η βία θα βλάψει. Πρέπει να συμβάλουμε στην αναζήτηση μέσων άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και στην προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης. Τέλος, πρέπει να διδάσκουμε τα παιδιά με το δικό μας παράδειγμα ζωής και δράσης.
Πηγή: http://www.astynomia.gr/
Subscribe to RSS Feed Follow me on Twitter!